Η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα μετά την υπογραφή του Τουρκολιβυκού Μνημονίου τον περασμένο Δεκέμβριο, έχει, ευλόγως, επιταχύνει τις εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά, καθώς με βάση αυτό, αργά ή γρήγορα η Τουρκία θα προσπαθήσει να το υλοποιήσει και η Ελλάδα, ευλόγως, θα πρέπει να απαντήσει. Αυτό το διαφαινόμενο αδιέξοδο έχει ενεργοποιήσει έναν έντονο διάλογο για το παρελθόν στο εσωτερικό της χώρας, για το τι, πως, πότε και – κυρίως αν πρέπει ή έπρεπε να γίνει κάτι ώστε εν έτει 2020 το ζήτημα των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο να παραμένει ένα άβολο ταμπού.
Την ίδια στιγμή στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου φαίνεται ότι το εγχώριο πολιτικό σύστημα και η κοινωνία είναι διχασμένες για κάτι διαφορετικό. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει βάλει την Τουρκία για τα καλά σε τρεις πολέμους έξω από τα σύνορά της. Μέχρι την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ) αντιδρούσαν έντονα στο ενδεχόμενο εμπλοκής στον πολεμικό «βούρκο» της Συρίας δίχως ένα ευρύτερο συμμαχικό καπέλο. Το «ξεδόντιασμα» των ΤΕΔ συμπαράσυρε όποια δυνατότητα αντίδρασης υπήρχε και οδήγησε στην πρώτη «Επιχείρηση Ασπίδα Ευφράτη». Ακολούθησαν δύο ακόμα και μέχρι σήμερα οι ΤΕΔ έχουν φθάσει να κατέχουν λωρίδες γης στα βόρεια της Συρίας και είναι βουτηγμένες για τα καλά στον «βούρκο» της Συρίας. Παράλληλα οι ΤΕΔ επιχειρούν στο Ιράκ, ενώ οι επιχειρήσεις κατά του ΡΚΚ μέσα στο έδαφος της Τουρκίας αποτελούν μια πραγματικότητα δεκαετιών. Αυτό το Μεσανατολικό Μέτωπο κοστίζει σε χρήμα και αίμα και δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο εσωτερικό. Ωστόσο ο φόβος ενός οιονεί Κουρδικού Αυτόνομου τόξου από τα όρη του βορείου Ιράκ μέχρι το Χατάι, λειτουργούσε διαχρονικά ως επιχείρημα που βρίσκει ευήκοον ους στην Τουρκική κοινή γνώμη.
Μετά το βόρειο Ιράκ και τη βόρεια Συρία, ακολούθησε η Λιβύη. Υπενθυμίζεται ότι από τα δύο τμήματα του Τουρκολιβυκού Μνημονίου, το μόνο που είχε τη σχεδόν καθολική υποστήριξη της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης είναι εκείνο του καθορισμού των θαλάσσιων ζωνών ανάμεσα σε Άγκυρα και Τρίπολη. Εκείνο που προβλέπει στρατιωτική βοήθεια, εκπαίδευση και βάσεις στη Λιβύη, καταψηφίστηκε από τα κεμαλικά κόμματα και πέρασε χάρις στις ψήφους του ΑΚΡ και των ακροδεξιών του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Όλους αυτούς τους μήνες ο απόλυτος έλεγχος της κυβέρνησης Ερντογάν στα Τουρκικά ΜΜΕ, έχει αποκρύψει την ανησυχία που εκφράζεται γι’ αυτό το «άπλωμα» των ΤΕΔ από την Τελ Αμπιάντ και το Ίντλιμπ στη Βόρεια Συρία μέχρι την Τρίπολη και τη Μισράτα.
Υπάρχουν ωστόσο δύο κομβικά σημεία: Το πρώτο ήταν ο βομβαρδισμός τμήματος του Τουρκικού Στρατού στο Μπαλιούν του Ίντλιμπ στις 27 Φεβρουρίου. Το δεύτερο, τα αεροπορικά χτυπήματα στην βάση αλ Γουατίγια της Δυτικής Λιβύης, την περασμένη Κυριακή 5 Ιουλίου, όπου και επλήγησαν Τουρκικά συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας. Και οι δύο περιπτώσεις έχουν κάποιο κοινό. Τα χτυπήματα εκτελέστηκαν με τη συνεργασία μιας εξωτερικής και μιας τοπικής δύναμης. Είτε πρόκειται για συνδυασμό πληροφοριών και εκτέλεσης του χτυπήματος, είτε και τα δύο, σε εμπόλεμες ζώνες όπως η Συρία και η Λιβύη είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαπιστωθεί. Στην πρώτη περίπτωση ακολούθησε μια νευρική αντίδραση, με το άνοιγμα των συνόρων στον Έβρο, ώστε να πιεστεί η Ελλάδα και μαζί με αυτήν η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ. Τα αποτελέσματα τα θυμόμαστε ακόμα. Στη δεύτερη περίπτωση η Άγκυρα φαίνεται ότι προετοιμάζεται να υποστηρίξει και αεροπορικά την παρουσία της στη Λιβύη. Και στις δύο περιπτώσεις φάνηκε πως η Τουρκία δεν έχει ακόμα «ανέβει στην πίστα» της περιφερειακής δύναμης.
Θεωρητικά η Άγκυρα εφαρμόζει το περίφημο «δόγμα των δυόμισι πολέμων» (με τη διαφορά ότι αντί πόλεμο με την Ελλάδα, έχει εμπλακεί στη Λιβύη), πρακτικά όμως φαίνεται ότι αγγίζει τα όρια των δυνατοτήτων της. Η επιλογή της Άγκυρας να εμφανίζεται εντός του ΝΑΤΟ, ως το «ανάχωμα» της επέκτασης της Ρωσικής επιρροής στη βόρεια Αφρική, είναι ενδεικτικό της Τουρκικής ανάγκης να αποκτήσει εταίρους στο «βάλτο» της Λιβύης, προτού βρεθεί σε δεινή θέση.
Διερωτάται λοιπόν κάποιος. Είναι δυνατόν η Τουρκία να συνεχίζει να πιέζει στη Λιβύη και να προετοιμάζεται για σεισμικές έρευνες ή γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο με βάση το Τουρκολιβυκό μνημόνιο που με απόλυτη βεβαιότητα θα προκαλέσει την αντίδραση της Αθήνας; Ολοένα και περισσότεροι ψύχραιμοι παρατηρητές θεωρούν ότι ο κ. Ερντογάν έχει συνδέσει τόσο πολύ το πολιτικό του μέλλον με τις εξωτερικές πολεμικές περιπέτειες της Τουρκίας που δεν έχει άλλο δρόμο από το να συνεχίσει να πιέζει τις ΤΕΔ για περισσότερα αποτελέσματα με αντίκτυπο στο εσωτερικό. Ως τώρα αυτή η τακτική δεν έχει προσφέρει τα αναμενόμενα. Αντιθέτως, ο κ. Ερντογάν χάνει σε επιρροή και αν κρατά σε υψηλά ποσοστά, αυτό οφείλεται στην – προς το παρόν – έλλειψη αντιπάλου δέους. Ολοένα και περισσότεροι Τούρκοι φαίνεται να φοβούνται ότι οι πολεμικές επιχειρήσεις, μπορεί να οδηγήσουν την χώρα τους στη λάθος πλευρά της Ιστορίας. Οι (προγραμματισμένες) Τουρκικές εκλογές είναι ακόμα πολύ μακριά (2023) και είναι απολύτως βέβαιο ότι ο κ. Ερντογάν θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του να επιβεβαιώσει πως επί των ημερών του η Τουρκία έγινε η ισχυρότερη μεταξύ των δυνάμεων της περιοχής. Έχουμε ακόμα δρόμο.
ΠΗΓΗ : https://www.kathimerini.gr/