Αποδείξαμε ότι θέλουμε και επιδιώκουμε τη λύση του κυπριακού προβλήματος, είπε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης
Την πάγια βούληση του να αγωνιστεί για λύση του Κυπριακού επαναβεβαίωσε χτες βράδυ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης, τονίζοντας ωστόσο ότι “εγώ ο ίδιος δεν είναι δυνατόνα αποδεχθώ λύση η οποία αντί να οδηγεί σε ένα σύγχρονο λειτουργικό κράτος, ενδεχόμενα την επομένη να καταρρεύσει και να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα απ’ αυτά που επιδιώκουμε να λύσουμε»
«Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε έτσι ώστε να γίνει αντιληπτό από την Τουρκία και από όλους οι οποίοι μας συμπαραστέκονται, πως η λύση του Κυπριακού είναι προς όφελος και της Τουρκίας, είναι προς όφελος του συνόλου του κυπριακού λαού, αλλά αρκεί κάποιοι να μην θεωρούν ότι αυτό το νησί θα αποτελέσει μια άλλη Συρία, μια άλλη Λιβύη, ένα άλλο Ιράκ, μέσα στους σχεδιασμούς της Γαλάζιας Πατρίδας», υπογράμμισε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σε ομιλία για τη συμπλήρωση 44 χρόνων από την ίδρυση του Δημοκρατικού Συναγερμού.
Όπως είπε, «γαλάζια είναι και η δική μας πατρίδα, με την έννοια ότι περιβρέχεται από μια θάλασσα που είναι γαλάζια, και σαν κυρίαρχη χώρα έχει ΑΟΖ και παρακολουθούμε όλοι τις παραβιάσεις, τη δεύτερη εισβολή της Τουρκίας, που κατά άλλα ήθελε λύση του κυπριακού προβλήματος και όχι έλεγχο ολόκληρης της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας».
«Παρακολουθούμε όλοι τι συμβαίνει στη Συρία, παρακολουθούμε όλοι τι συμβαίνει στη Λιβύη, παρακολουθούμε τις προκλήσεις εναντίον της Ελληνικής Δημοκρατίας», πρόσθεσε.
Στην ομιλία του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε πως ο ίδιος απέδειξε πως προσπάθησε να ακολουθήσει το όραμα του ιδρυτή της παράταξης, του Γλαύκου Κληρίδη για επανένωση της Κύπρου.
Όπως είπε, για πρώτη φορά από την δημιουργία του προβλήματος, ύστερα από τη εισβολή και την κατοχή της πατρίδας μας πετύχαμε η ΕΕ να είναι παρούσα το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, πετύχαμε η Τουρκία για πρώτη φορά να συμμετέχει στο διάλογο για λύση του Κυπριακού, πετύχαμε για πρώτη φορά να κατατεθεί χάρτης εδαφικών περιοχών όπου ο δύο κοινότητες θα συμβιούσαν ειρηνικά.
«Αποδείξαμε ότι θέλουμε και επιδιώκουμε τη λύση του κυπριακού προβλήματος, και δεν με απασχολούν κάποιοι παράγοντες, και μιλώ για τρίτους, ξένους, που μπορεί να έχουν τα δικά τους αφηγήματα, αυτό που γνωρίζω είναι ότι στο Κραν Μοντανά κατέθεσα γραπτές προτάσεις», είπε, προσθέτοντας ότι το έπραξε «χωρίς να λαμβάνω υπόψη το πολιτικό κόστος, όπως έπραξα άλλωστε και το 2004».
«Όμως», συνέχισε, «δεν ήτο δυνατόν να οδηγηθούμε στο ποθητό διότι η Τουρκία εμμένει σε θέσεις οι οποίες δεν εξυπηρετούν ούτε τους Τ/κ ούτε τους Ε/κ αλλά μόνο τα δικά της στρατηγικά συμφέροντα. Και αυτό δεν θα ήταν δυνατό να το αποδεχθώ διότι θα ήταν υποδούλωση του συνόλου της Κυπριακής Δημοκρατίας στη βουλιμία ή τις βουλήσεις της Τουρκίας».
Εξάλλου, αναφερόμενος στα σχόλια που εκφράστηκαν σε σχέση με τις αναφορές σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη σε εκπομπή του ΡΙΚ, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε πως «αυτά ουδόλως έχουν σχέση» με αυτό που ήθελε να μεταδώσει.
Όπως ανέφερε, αυτό που είπε είναι ότι «με βάση τον πατριωτικό ρεαλισμό αυτό που υπαγορεύεται είναι ένας πολιτικός είναι να μπορεί να επιλέξει τα όπλα που μπορεί να χρησιμοποιήσει προκειμένου να πετύχει ένα στόχο».
«Και η στρατικοποίηση δεν είναι από τα όπλα που προσφέρονται. Όμως από το να πεις ότι η στρατικοποίηση δεν είναι αυτό που θα δώσει το αποτέλεσμα, μέχρι που κάποιοι ερμηνεύουν ότι αυτό τάχα να υποδηλοί παράδοση του Αναστασιάδη πλανώνται πλάνην οικτράν», είπε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
«Και εκσυγχρονίσαμε», είπε καταλήγοντας, «και έχουμε ένα σύγχρονο στρατό όχι για να επιτεθεί, αλλά σαν μια ισχυρή αποτρεπτική δύναμη και θα συνεχίσουμε να το πράττουμε για να υπερασπιστούμε τα εδάφη μας. Αυτό είναι που θέλω να μεταφέρω και να μεταδώσω, ενώ την ίδια ώρα μέσα από την διπλωματία μέσα από τις σχέσεις που έχουμε δημιουργήσει, μέσα από την παρουσία μας στην ΕΕ, έτσι ώστε να επιτύχουμε το ποθητό και εύχομαι αυτό το ποθητό να έλθει πριν τη συμπλήρωση της θητείας μου».