Είκοσι πέντε χρόνια κάθομαι σ’ αυτό το γραφείο. Η όαση μου από τις βασανισμένες ψυχές των ασθενών μου με τις παιδικές φοβίες τους που ξεχειλίζουν τον δίπλα χώρο. Έχω μάθει το γραφείο μου τόσο καλά που αν άνοιγα οποιοδήποτε συρτάρι με κλειστά μάτια θα ήξερα να πιάσω ότι χρειάζομαι ανεξάρτητα από το αν είναι συγυρισμένα η όχι. Δίπλα μου στα δεξιά ο μικρός κάδος για τα άχρηστα χαρτιά και πιο εκεί ακουμπισμένο στον τοίχο ένα χειροποίητο τραπεζάκι ξεχασμένο στο χρόνο.
Πάνω στο τραπεζάκι αυτό καταλήγουν πυκνά συχνά κάρτες ασθενών που έχουν τελειώσει τη θεραπεία τους για να μεταφερθούν πιο μετά στις τελικές τους θέσεις όπου φυλάσσονται. Τις προάλλες έψαχνα μια κάρτα και τις σήκωσα όλες από εκεί να την γυρέψω. Σχεδόν ξαφνιάστηκα όταν ξαναείδα πόσο όμορφα χαραγμένη ήταν η πλάτη του με το πορτραίτο της Ελευθερίας να κρατά την Ελληνική σημαία. Κι από κάτω: “Απ ‘ τα κόκαλα βγαλμένη”. Κοντοστάθηκα. Σχεδόν ξέχασα τι έψαχνα και χάθηκε ο νους μου να φτιάχνει την εικόνα του τότε δεκαεπτάχρονου πατέρα μου στα κρατητήρια Κοκκινοτριμυθιάς με τα άγουρα ακόμα δάκτυλα του να χαράζει με επιμέλεια το ξύλο. Δεκαεπτά χρονών παιδί και ήταν σε μια φυλακή, στην οποία βασανιζόταν καθημερινά για τα πιστεύω της γενιάς του που απέβλεπαν σε μια πατρίδα λεύτερη και ενωμένη. ” Απ ‘ τα κόκαλα βγαλμένη “. Ποτέ δεν με είχε ακουμπήσει τούτος ο στίχος του Σολωμού τόσο. “Απ’ τα κόκαλα “, όχι τη σάρκα ούτε το αίμα αλλά από τα τελευταία απομεινάρια μιας ζωής. Ανατρίχιασα!
Πως καταντήσαμε έτσι. Πως καταφέραμε μέσα σε τρεις γενιές από τότε να αλλάξουμε τόσο. Να γίνει η κοινωνία μας τόσο επιφανειακή και ψεύτικη. Πως χάθηκαν το βάθος, το σέβας, τα πιστεύω, οι αξίες; Τούτος ο χρόνος πόσα ακόμα θα αποκαλύψει και πόσα μπορούμε να αντέξουμε για να προχωρήσουμε αλώβητοι;
Ο πατέρας μου και η μάνα μου με μάθανε να εμπιστεύομαι το ανθρώπινο και ότι καλό αυτό κρύβει. Το μεγαλύτερο τους λάθος, γιατί τελικά όπως φαίνεται η ζωή με βρίσκει πλέον απροετοίμαστο στην κάθε επόμενη γωνιά όταν πρόκειται για το “Καλό του Ανθρώπου”.
Είναι η ψυχή μου θυμωμένη, μαραζωμένη και απογοητευμένη. Μετά που είδα όπως η πλειονότητα της κυπριακής κοινωνίας το περιβόητο βίντεο αποκάλυψη του Αλ Τζιαζίρα, ένιωσα τα πιστεύω μου και τα χρώματα που αγκάλιασα να καταρρέουν και να κατρακυλούν στον κατήφορο της αφάνειας και του απόλυτου σκότους. Ένιωσα σαν να μου είχαν πει ψέματα όλοι οι καθηγητές μου, οι αξιωματικοί μου στο στρατό, ο παπάς που με εξομολόγησε , οι ίδιοι μου οι γονείς.
Πως είναι δυνατόν ο δεύτερος τη τάξη στην ιεραρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, του νησιού μας, τούτης της μικρής κουτσουλιάς στην Ανατολική Μεσόγειο, του χρυσοπράσινου φύλλου που πιστέψαμε και τιμήσαμε να έχει βρωμίσει τόσο με αλαζονεία, φιλαργυρία και αρρωστημένο ναρκισσισμό τα νερά και τον αέρα που μας περιβάλλουν; Πως τόλμησε να ξεφτιλίσει με αυτό το χυδαίο τρόπο τον τόπο του στο παγκόσμιο κι μαζί κι εμάς. Πως μπόρεσε να μας σταυρώσει όλους με ένα ποτήρι κρασί. Με ένα ποτήρι κρασί! Με το ίδιο κρασί που κοινωνούμε την αγάπη του Θεού μας, με το κρασί που οι πρώτοι μας πατέρες χρησιμοποιούσαν σε σπονδές για να εξαγνιστούν από τις αμαρτίες τους. Το ίδιο κρασί που μάθαμε να φιλεύουμε τους αγαπημένους μας. Αυτό που τσουγκρίσαμε στο πρώτο μας ραντεβού. Ντροπή να ξεφτιλίζεις ότι ο άλλος έχει ιερό κι αγαπημένο. Ντροπή να τσαλαπατάς την ομορφιά που με κόπο φτιάχνεται και φυλάγεται.
Και συ ο δικηγορίσκος της πλάκας πως τολμάς να βάζεις στο στόμα σου το όνομα του τόπου μας και να λες πως αυτή είναι η Κύπρος; Αυτή είναι η Κύπρος στη δική σου άρρωστη και άπληστη συνείδηση. Και στην συνείδηση όσων πράττουν σαν εσένα. Όμως για όλους εμάς, τους υπόλοιπους “κατακαημένους” μεροκαματιάρηδες, η Κύπρος είναι το Τρόοδος και ο Πενταδάκτυλος, η Μαδαρή και τα Κιόνια, ο Δυαρίζος και ο Κούρης, η άμμος η χρυσή που περπατήσαμε γυμνά παιδιά, και η θάλασσα που γέννησε θεούς και θρύλους. Σίγουρα η δικιά σου Κύπρος δεν είναι η δικιά μας, και μην την ξαναβάλεις στο ανήθικο σου στόμα.
Και ο δικηγορικός σύλλογος; Που βρίσκεται; Ζει στον ίδιο πλανήτη με μας; Είναι δυνατόν να μην έχει αφορίσει προ πολλού το συγκεκριμένο υποκείμενο; Είναι δυνατόν να μην έχει καν λάβει θέση για τα όσα συνέβησαν; Πως επιτρέπετε σ’ αυτό το άτομο να συνεχίσει να εξασκεί το δικηγορικό επάγγελμα διατηρώντας την άδεια του, όταν στα μάτια όλων των Κυπρίων έχει πέσει στα Τάρταρα χάνοντας την εμπιστοσύνη και σεβασμό τους;
Είναι η ψυχή μου θυμωμένη, μαραζωμένη και απογοητευμένη. Γιατί είδαμε το βίντεο και κανείς από τα κόμματα και ολόκληρο τον πολιτικό κόσμο τούτου του τόπου δεν βρέθηκε να βγει άμεσα να κακίσει το τι έγινε, να μιλήσει ανοικτά και ντόμπρα και να ζητήσει τη διαλεύκανση του φιάσκου, να ζητήσει την αλήθεια να λάμψη να νιώσει ο κάθε ατιμασμένος Κύπριος πως επιτέλους κάποιοι σκέφτονται την τιμή τούτου του τόπου. Σιγή Ιχθύος. Σώπασε το κυβερνών κόμμα που εμπιστευτήκαμε, σώπασε και η αντιπολίτευση. Έγινε τούτη η σιωπή από όλους μια τρύπα μαύρη και μας ρούφηξε, γιατί πλέον ξέραμε πως τούτο σήμαινε ότι όλοι έχουν βρεγμένη τη φωλιά τους. Η μια λανθασμένη κίνηση διαδεχόταν την άλλη στροβιλίζοντας μέσα μας την εμπιστοσύνη που κατατεμαχίστηκε και διαλύθηκε, θέτοντάς μας μετέωρους σε ένα σύστημα μαϊμού που αδυνατούσε να λειτουργήσει σωστά.
Το κυβερνών κόμμα αρνείται επιστάμενα να παραδώσει τους περιβόητους φακέλους στον Γενικό Ελεγκτή, ο κρετίνος με το κρασί στο χέρι χρειάζεται τρεις μέρες να αποφασίσει να παραιτηθεί, και μόνο μετά από συνάντηση του με τον πρόεδρο του κυβερνώντος κόμματος λέγοντας πως δεν έκανε τίποτα μεμπτό, ο Γενικός Εισαγγελέας άφαντος και ο Πρόεδρος του κράτους δεν παίρνει θέση. Και όλοι αυτοί να νομίζουν πως εμείς οι υπόλοιποι δυστυχείς πολίτες τούτου του κατακαημένου κουτσουρεμένου κράτους, που είμαστε μάρτυρες αυτού του πρωτόγνωρου φιάσκου, είμαστε χαζοί και αφελείς και δεν καταλαβαίνουμε τι παίζεται. Σ’ όλα αυτά να υποτιμούν και την νοημοσύνη μας.
Με όλο τον πολιτικό κόσμο να κρύβεται από τις κάμερες, τις αποκαλύψεις για τον αριθμό των διαβατήριων που δόθηκαν από το 2013 και κάποια ονόματα ανήθικων φυγόδικων που τα απέκτησαν, τα ονόματα των δικηγορικών γραφείων που εμπλέκονται και ποσό εμπλέκονται, τα χρήματα που πέσαν στα χέρια αυτών των λίγων και τις πιθανές τράπεζες που κατέληξαν τα χρήματα αυτά, οι οποίες δεν βρίσκονται στην Κύπρο, είναι πλέον ξεκάθαρο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα από τα σημαντικότερα σκάνδαλα που ταρακούνησε την κυπριακή κοινωνία από τον καιρό της απελευθέρωσης.
Είναι η ψυχή μου θυμωμένη, μαραζωμένη και απογοητευμένη. Μα πιο πολύ θυμωμένη. Θυμωμένη γιατί τα απανωτά κτυπήματα που δέχεται ο λαός μας από τους εκάστοτε ανήθικους πολιτικούς, διεφθαρμένους ψηλά ιστάμενους υπαλλήλους Τραπεζών, ανεύθυνους υπαλλήλους σε ευαίσθητα πόστα του Δημοσίου και ανέντιμους δικηγόρους, λογιστές, κτηματομεσίτες, κατασκευαστές και μεσάζοντες που θέλουν να γίνουν εκατομμυριούχοι «εν μια νυκτί», τον έκαναν πλέον ένα θλιβερό παρατηρητή, με ανοσία σε ότι συνταρακτικό συμβαίνει γύρω του.
Ο λαός μας νοσεί ψυχικά. Τα κτυπήματα που δέχεται από το 1974 πολλά, επώδυνα και ανεπεξέργαστα. Γι’ αυτό δεν παραπονιέται πλέον. Σαν ασθενής σε ψυχιατρείο όπου του γίνονται καθημερινά ηλεκτροσόκ και το μούδιασμα στον εγκέφαλο δημιουργεί μίαν απάθεια για τα πάντα, γιατί δεν πρόκειται για το ίδιο άτομο πια. Σερνόμαστε στην καθημερινότητα μας με μια μόνιμη υποβόσκουσα κατάθλιψη, γιατί νιώθουμε πως ότι μπορούσε να πάει στραβά σε τούτο τον τόπο πήγε. Ότι τίποτε άλλο δεν θα μας ξαφνιάσει γιατί σχεδόν τα είδαμε όλα. Αυτό είναι που μας έκανε «τον λαό του καναπέ». Όχι γιατί νοιαζόμαστε λιγότερο, αλλά γιατί δεν πιστεύουμε πως κάτι θα αλλάξει όσο κι αν αγωνιστούμε. Έχουμε στο χρόνο γίνει ηττοπαθείς γιατί μας μάθαν πως είναι, πάντα να σε ξεγελούν.
Κοιτάζω το τραπεζάκι του πατέρα μου και ανακαλώ στην μνήμη μου τις εξιστορήσεις του για την « Μάχη του Παγκυπρίου Γυμνασίου». Θυμάμαι τις σπίθες που βγάζαν τα μάτια του όταν μας διηγούταν για τις πέτρες που έβρεχε η ταράτσα της Σεβέρειου Βιβλιοθήκης. Την χαρά, που νιώθανε όλοι ένα και όλοι μαζί για την πατρίδα. Όχι! Δεν θέλει πολλά ένας λαός για να αφυπνιστεί και να ζωντανέψει. Χρειάζεται πολιτικούς που να τον νοιάζονται πιο πολύ από την τσέπη τους. Πολιτικούς που θα τολμήσουν να του πούνε τις αλήθειες όσο ζημιογόνες κι αν είναι για την καριέρα τους. Πολιτικούς που δεν θα χρησιμοποιούν την διαιώνιση του πόνου του απλά για να τον έχουν του χεριού τους. Πολιτικούς που θα του σταθούν με αγάπη σαν γονείς και θα τον προστατέψουν από όποιους χρειαστεί.
Ως τότε έχουμε ευθύνη να φωνάζουμε με όση φωνή μας έχει μείνει. Γιατί αν συνεχίσουμε την βύθιση στον καναπέ θα χαθούμε δίχως να αφήσουμε κανένα σημάδι ότι κάποτε υπήρξαμε…
Mάριος Ταραμιδης 20.10.20